Enrico Nardi (1907-1966): Ανεκπλήρωτα όνειρα

Για αλλού ξεκινάς και αλλού σε πάει η ζωή. Ο Enrico Nardi είχε μεγάλα όνειρα, αλλά τελικά η ζωή είχε άλλα σχέδια για τον καλλιτέχνη αυτό. Μας κληροδότησε τα πιο διάσημα τιμόνια, τα οποία αγαπήθηκαν για την κομψότητά τους, αλλά η καρδιά του άλλα λαχταρούσε! Ήθελε αγώνες και αυτοκίνητα που να φέρουν το όνομά του

  • -
  • -

Όταν το Raggio Azzurro (Blue Ray) παρουσιάστηκε στην Έκθεση του Τορίνο το 1955 ήταν πλέον αργά για τον Enrico Nardi να καταξιωθεί σαν σχεδιαστής-κατασκευαστής αυτοκινήτων. Και αυτό γιατί η «business» παραγωγής τιμονιών και γενικώς aftermarket προϊόντων, ήταν πλέον τόσο επιτυχημένη, που δεν υπήρχε λόγος να ασχοληθεί με οτιδήποτε άλλο. Το μπλε/θαλασσί πρωτότυπο και ένα ακόμα που ακολούθησε πάνω σε μηχανικά μέρη της Lancia έμειναν τα μοναδικά απομεινάρια ενός ονείρου. Αλλά τί όνειρο ήταν αυτό!

 

Ο άνθρωπος

Ο Enrico Nardi γεννήθηκε στις 31 Ιανουαρίου του 1907 στη Μπολόνια, αν και η οικογένειά του προέρχονταν από το Τορίνο. Από μικρός του άρεσε οτιδήποτε μηχανικό και ο Rico ασχολούταν περισσότερο με το να διαλύει οποιαδήποτε μηχανή έπεφτε στα χέρια του, παρά με τα μαθήματά του. Ήταν τόσο ανυπόφορος που μέσα σε μια χρονιά αναγκάστηκε να αλλάξει σχολείο οκτώ φορές, ενώ το δίπλωμά του σαν μηχανολόγος κατάφερε να το αποκτήσει στην ηλικία των 34 ετών! Όχι βέβαια ότι του χρειάζονταν το δίπλωμα, αφού εντωμεταξύ είχε αποδείξει την αξία του σαν μηχανικός και οδηγός εξέλιξης.

Στην αρχή δούλεψε για την Fiat, αλλά το 1930 μεταπήδησε στη Lancia, και ο Vincenzo τον εμπιστεύτηκε από τη πρώτη στιγμή. Συμμετείχε ενεργά στην εξέλιξη των Artena και Astura, αλλά στον ελεύθερο χρόνο σχεδίασε το πρώτο δικό του αυτοκίνητο, με κινητήρα από μοτοσυκλέτα (Jap) και συμμετείχε στου αγώνες όλο το 1937 με την βοήθεια του παιδικού του φίλου Augusto Monaco. Και επειδή το ταλέντο δεν πάει ποτέ χαμένο η επόμενη δουλειά του ήταν στη Scuderia Ferrari σαν μηχανικός εξέλιξης. Εκεί θα γνωριστεί με τον Ugo Gobbato και μαζί θα τερματίσουν στην 37η θέση στον περίφημο αγώνα του Mille Miglia του 1938, με μια Lancia Aprilia που είχε εξελίξει ο ίδιος.

Για λίγο θα απασχοληθεί στην Auto Avio Costruzioni του Il Commendatore, που κατασκεύαζε ανταλλακτικά αεροπλάνων, αλλά επειδή το μικρόβιο των αγώνων ποτέ δεν το ξεπερνάς, πολύ σύντομα επέστρεψε στην αγωνιστική δράση όταν ο Enzo επανήρθε με δύο Tipo 815 για τον αγώνα του Mille Miglia του 1940. Συμμετείχε σαν συνοδηγός-μηχανικός με τον Rangoni Machiavelli και για 33 λεπτά ήταν επικεφαλής της κατηγορίας των 1.500 κ. εκατ. πριν εγκαταλείψουν από κινητήρα.

Αλλά στη Scuderia, όπως όλοι ξέρουμε, τα πράγματα κάθε άλλο παρά ιδανικά ήταν σε επίπεδο διοίκησης και έτσι το 1946 εγκατέλειψε τη Μόντενα για το Τορίνο. Εκεί σε ένα μικρό υπόστεγο στη Borgo San Paolo, πίσω ακριβώς από τις εγκαταστάσεις της Lancia, σε συνεργασία με τον Renato Danese, άρχισε να δουλεύει με στόχο την κατασκευή δικών τους αυτοκινήτων. Το πρώτο ND (Nardi-Danese) ήταν βασισμένο πάνω σε ένα δικύλινδρο κινητήρα από μοτοσυκλέτα της BMW (ένας κινητήρας που υπήρχε σε αφθονία) και μάλιστα ήταν τοποθετημένος εμπρός. Σε πιο γρήγορες εκδόσεις μάλιστα αντιστράφηκε η φορά του, ώστε η τροφοδοσία να γίνεται από εμπρός, αλλά ποτέ δεν κατάφερε να πουλήσει τις ποσότητες που θα το έκαναν μια εμπορική επιτυχία. Όπως και να έχει όμως το θέμα, η συνεργασία αυτή δεν κράτησε πολύ και σύντομα χώρισαν ανταλλάσσοντας μάλιστα βαριές κουβέντες.

Όμως σχεδόν ταυτόχρονα και ως δια μαγείας όλα τα προβλήματα του Enrico λύθηκαν όταν το 1951 παρουσίασε το τιμόνι που θα τον έκανε διάσημο. Όλοι οι κατασκευαστές σπορ αυτοκινήτων προτιμούσαν τα κομψά σχέδιά του. Όλα τα οικονομικά του προβλήματα είχαν λυθεί. Όμως αυτό αποδείχτηκε μια προσωπική κατάρα αφού παγιδεύτηκε σε αυτή του τη επιτυχία, δεν κατάφερε να ξεφύγει και να κάνει το όνειρό του πραγματικότητα. Δηλαδή το να σχεδιάζει και να κατασκευάζει αυτοκίνητα. Υπάρχει πάντα ένα τίμημα που πληρώνεις για κάθε σου επιτυχία.

 

Όνειρα-όνειρα

Πάντως ο «Rico», σαν να μην μεγάλωσε ούτε μια μέρα συνέχισε να ονειρεύεται. Από απλοϊκές κατασκευές με κινητήρες μοτοσυκλετών, σε μονοθέσια για την F3 και φυσικά πρωτότυπα για την επιδειξιομανή ιταλική αριστοκρατία (και μη), με τα σχέδιά του να παίρνουν σάρκα και οστά από τους Allemano, Zagato, Bertone, Boano και Michelotti. Όμως από τα μέσα της δεκαετίας του ’50 και βλέποντας ότι δεν είχε αρκετό χρόνο για να ασχοληθεί, σχεδόν εγκατέλειψε το όνειρό του. Και λέμε… σχεδόν γιατί δεν θα πρέπει να ξεχάσουμε το πιο εντυπωσιακό (αλλά και τελευταίο) αυτοκίνητο που σχεδίασε, το Raggio Azzurro (περισσότερα εδώ). Το ότι ποτέ δεν κατάφερε να πουλήσει περισσότερα από δύο αντίτυπα πολύ λίγο ενδιέφερε τον Nardi. Αυτό που ήθελε να αποδείξει το είχε πετύχει. Όμως, όπως και να το κάνουμε δεν υπάρχει τίποτα χειρότερο από τα ανεκπλήρωτα όνειρα.

Τον χάσαμε στις 23 Αυγούστου του 1966.